Διακαής πόθος κάθε καλού ψαρά είναι η μάχη με ένα μεγάλο αντίπαλο. Το μέγεθος ανάλογα με τον τύπο και τον τρόπο του ψαρέματος ποικίλει.  Για να μπορέσουμε, όμως, να απολαύσουμε μια τέτοια μάχη πρέπει να επιτρέψουμε στα ψάρια να μεγαλώνουν.

Πρέπει να σεβαστούμε το ίδιο το θήραμα και να το προστατεύσουμε, αν θέλουμε να ζήσουμε μια μέρα την περιβόητη μάχη. Ίσως, κάποιοι συλλαμβάνοντας ένα ψάρι, να σκεφθούν «μα αν δεν το πιάσω εγώ τότε θα το πιάσει κάποιος άλλος». Αυτό, φίλοι μου, δεν είναι παρά μια φθηνή δικαιολογία για να σκοτώσουμε ένα ψάρι που στην τελική, ίσως, να μην μας εξυπηρετεί σε κάτι. Όλοι οι καλοί οι ερασιτέχνες ψαράδες, οι οποίοι και το τονίζω αυτό, δεν πουλάνε τα ψάρια τους ή δεν τα δίνουν ως αντάλλαγμα για κάτι άλλο, αντιλαμβάνονται γρήγορα ότι υπάρχουν περισσότερα οφέλη  στο να αφήσεις ένα μικρό ψάρι πίσω, παρά να το σκοτώσεις ή να κρατήσεις ένα ψάρι περισσότερο από αυτό που δικαιούσαι να ψαρέψεις.  Σίγουρα, η χαρά του να πιάνεις και ένα και δύο και τρία ψάρια είναι μεγάλη, αλλά από την στιγμή που δεν τα χρειάζεσαι για να τα φας ή δεν τα δικαιούσαι γιατί τα σκοτώνεις όλα;

Έχουμε ακούσει για δήθεν ερασιτέχνες που πιάνουν πέντε και έξη ψάρια σε κάθε εξόρμηση, ανθρώπους που μέρα νύχτα δεν βγαίνουν από την θάλασσα, μέχρι να βγάλουν τα έξοδα και το κέρδος τους, γενικά έχουμε ακούσει και ακούμε διάφορα. Καμιά φορά, όμως, όταν σέβεσαι την θάλασσα, τότε  αυτή με τον τρόπο της σε ανταμείβει.

Το μινέρι των 43 κιλών

Οι φίλοι και συνεργάτες Μάριος και Τάσος είναι τα τελευταία χρόνια σταθεροί σύντροφοι στο ψάρεμα  συρτής με downrigger. Πάντοτε πρόθυμοι να βοηθήσουν τον οποιοδήποτε μέσα στην θάλασσα και πάντοτε σωστοί και συνετοί με τον τρόπο που ψαρεύουν. Πολλές οι φορές που η τύχη δεν τους χαμογέλασε και δεν έπιαναν ψάρια, ενώ αρκετές φορές  είχαν την τύχη να πιάσουν ένα δύο καλά ψάρια. Ορισμένες φορές,  η τύχη τους «παραχαμογελούσε» και το κοπάδι βρισκόταν κάτω από το σκάφος τους. Όμως,  μετά την δεύτερη επιτυχία τα καλάμια μαζεύονταν και δρόμο για την ράμπα. Βλέπεται, ήθελαν και την επόμενη βδομάδα όταν πάνε για ψάρεμα να ξέρουν ότι υπάρχουν ψάρια, έτσι  άφησαν κάτι πίσω και δεν έκαψαν τον τόπο.

Μια μέρα, λοιπόν, όπως όλες τις άλλες ο Μάριος και ο Τάσος μετά το πρωινό ψάρεμα για δολώματα πήγαν στην περιοχή, όπου θα ξεκινούσαν το σοβαρό ψάρεμα με την χρήση downrigger. Στόχος μινέρια , συναγρίδες και εάν ήθελε και η τύχη ίσως και  κανένα μαύρο.  Η θάλασσα ήταν ήρεμη και καθαρή. Το δόλωμα έπεσε στο νερό και μόλις κατέβηκε η μπίλια στον βυθό, το σκάφος ξεκίνησε την πορεία γύρω από τα σημεία όπου υπήρχαν  και πιάστηκαν παλαιότερα ψάρια.  Μια συναγρίδα είχε τσιμπήσει από το πρωί αλλά μετά νέκρα. Η ώρα είχε πάει εννιά και το βυθόμετρο αρνιόταν να δείξει κάτι το ενθαρρυντικό. Μια τεράστια χελώνα γυρόφερνε βόλτα γύρω από το σκάφος, ίσως κι εκείνη στο ίδιο παιχνίδι κυνηγιού με τους ψαράδες. Σε κάποια στιγμή και ενώ η βόλτα με το σκάφος σε συνδυασμό με την ηλιόλουστη μέρα και το ξενύχτι κάπως γλάρωσε τους δύο ψαράδες, ξαφνικά το καλάμι χτυπάει σαν τρελό . Το χτύπημα ήταν βίαιο και συνεχόμενο. Προς στιγμή,  κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο πέρασε από το μυαλό τους ότι η χελώνα που βρισκόταν για αρκετή ώρα δίπλα από το σκάφος καταδύθηκε και έπιασε το δόλωμα αφού είχε και αυτή εξαφανιστεί.  Ο Τάσος έπιασε το καλάμι στα χέρια του,  έκλεισε λίγο τα φρένα και πάτησε τα ηλεκτρονικά για να ανέβει η μπίλια. Το καλάμι έχανε συνεχώς μπετονιά και ότι και να βρισκόταν στην άλλη άκρη  της μπετονιάς ήταν σίγουρα πολύ μεγάλο. Η αμφιβολία αποτελούσε ένα μέρος της σκέψης των δύο ψαράδων, οι οποίοι είχαν παρατηρήσει την τεράστια χελώνα που τους γυρόφερνε για ώρα. «Βρε λες να είναι αυτή», έλεγαν. Όπως και να έχει όμως, μη θέλοντας να ρισκάρουν οτιδήποτε ξεκίνησαν την μάχη. Το σκάφος οδηγήθηκε αργά και σταθερά προς τα βαθιά μακριά από πέτρες και εμπόδια που ίσως περιέπλεκαν την κατάσταση. Το ψηλό και παραβολικό καλάμι δούλευε υπέρ των ψαράδων,  ενώ η υπομονή και οι σωστές κινήσεις αποτελούσαν το καλύτερο τους χαρτί για να νικήσουν τον αντίπαλο. Η μάχη κράτησε για περισσότερο από μια ώρα. Μία ώρα αγωνίας, μια ώρα μάχης, μια ώρα όπου κανείς δεν ήξερε το τελικό αποτέλεσμα της αναμέτρησης.  Οι ψαράδες είχαν κουραστεί,  το ίδιο όμως και ο αντίπαλος. Φάνηκε να ασπρίζει λίγα μέτρα πιο κάτω, φάνηκε και η μορφή του. Δεν είναι χελώνα αλλά ένα τεράστιο μινέρι. Το ψάρι είχε έρθει πέρα από τρείς φορές κοντά στο σκάφος, αλλά σε μερικά δευτερόλεπτα έπαιρνε πάλι 50-60 μέτρα μισίνα και χανόταν. Το αποτέλεσμα, όμως, τώρα ήταν πιο ξεκάθαρο. Οι ψαράδες με το που αντίκρισαν  το τεράστιο ψάρι να βγαίνει στην επιφάνεια, ξέχασαν και την κούραση αλλά και τα πονεμένα τους χέρια από την μάχη. Με προσεκτικές διαδικασίες έβαλαν το ψάρι στο σκάφος. Η χαρά τους ήταν απερίγραπτη. «Σε περίμενα, σε περίμενα πολύ καιρό» έλεγε ο Μάριος.  Οι δυο τους είχαν πιάσει αρκετά ψάρια μέχρι σήμερα, αλλά αυτό ήταν κάτι το διαφορετικό.  Η συναγρίδα, η οποία βρισκόταν από το πρωί στο σκάφος φάνταζε μικρή σε σύγκριση με τον γίγαντα, αν και είχε τα 3 κιλά της.  Οι δυο τους, αφού κάθισαν λίγο στο σκάφος να απολαύσουν την στιγμή, μάζεψαν τον εξοπλισμό τους και με ένα πλατύ χαμόγελο στα χείλη ξεκίνησαν για έξω. Δεν ήθελαν κάτι άλλο, κάτι περισσότερο. Έζησαν μια από τις πιο δυνατές εμπειρίες που μπορεί να ζήσει ένας ερασιτέχνης ψαράς.

Η συναγρίδα η δεκάρα

Λίγες μέρες αργότερα και συγκεκριμένα την επομένη της Πρωτοχρονιάς, είχα μεταβεί με ένα φίλο και συνεργάτη για ψάρεμα. Τεχνική μας σήμερα ‘μολύβι φύλακας’.  Τα ζωντανά καλαμάρια μέσα στο σκάφος ήταν ένα πρώτης τάξεως δόλωμα για τα αρπακτικά της εποχής. Πρώτος μας σταθμός μια γνωστή κατρακύλα, όπου συνήθως τέτοια εποχή την παραμονεύουν μινέρια. Από το πρώτο κιόλας πέρασμα το βυθόμετρο μας έδειξε τα ψάρια. Ήσαν όλα εκεί,  κοπάδι. Το σκάφος περνά από το σημείο και προσεκτικά διατηρούμε την ίδια πορεία μέχρι να περάσει και το δόλωμά μας,  που βρίσκεται καμιά σαρανταριά μέτρα πίσω. Μόλις, λοιπόν, το καλαμάρι περνάει από τον τόπο, το καλάμι ξεκινάει να χορεύει. Λίγα δευτερόλεπτα ελευθερίας στα φρένα για να πιάσει καλά το ψάρι το δόλωμα και μετά η μάχη. Το ψάρι είναι αρκετά μαχητικό και από τα πρώτα τραβήγματα ξεκινούμε τους υπολογισμούς. «Πεντάρι» λέει ο φίλος, «Μπα,  δεν νομίζω», του απαντώ «φαίνεται για πιο μεγάλο». Μετά από περίπου ένα τέταρτο μάχης το ψάρι παραδόθηκε. Ήταν ένα ωραίο οκτάρι μινέρι .

Δεύτερο δόλωμα στο καλάμι και πίσω στο σημείο, αφού τα ψάρια ήταν ακόμη εκεί συγκεντρωμένα. Το ίδιο περίπου σκηνικό και στο καλάμι υπάρχει ένα δεύτερο ψάρι.  Αυτή την φορά, όμως, η μάχη είναι πιο ήπια. Το ψάρι όχι και τόσο μαχητικό και  σύντομα ξεπροβάλει ένα μινέρι γύρω στα τρία κιλά. Το ψάρεμά μας μετά τα δύο ψάρια τελειώνει. Βλέποντας, λοιπόν, το ψάρι και την μικρή αντίσταση στο να παραδοθεί η απόφαση ήταν άμεση και από τους δύο. Ελευθερώσαμε  το ψάρι με προσοχή και το αφήσαμε να πάει πίσω με την ελπίδα ότι μια μέρα θα μεγαλώσει και θα μας χαρίσει μια πιο μεγάλη μάχη. Φύγαμε, λοιπόν, από την περιοχή και αποφασίσαμε να βαθύνουμε λίγο και να αναζητήσουμε τις βασίλισσες της θάλασσας. Η περιοχή είχε χαρίσει στο παρελθόν αξιόλογα ψάρια. Είχαμε πιάσει δύο όμορφες συναγρίδες πριν από μερικές βδομάδες και αφού αφήσαμε το μέρος να ησυχάσει για αρκετό καιρό είπαμε να το επισκεφθούμε ξανά. Πέρασμα με προσοχή, λοιπόν, πάνω από το σημείο και το τσίμπημα μας επιβεβαιώνει ότι η βασίλισσα τίμησε το δόλωμα μας. Μετά τα πρώτα λεπτά, όπου το ψάρι έκανε τα δικά του ξεκίνησε με προσοχή το ανέβασμα του ψαριού στην επιφάνεια. Φυσικά, όποτε, αυτή ένιωθε την ανάγκη να τρέξει, εμείς της  δίναμε την ευκαιρία να πάρει τα μέτρα της για να μην φέρουμε τον εξοπλισμό μας στα όρια του. Όμως, αυτή η συναγρίδα έμοιαζε πολύ πιο μαχητική από τις άλλες που είχαμε ψαρέψει μέχρι τώρα.  Η πρώτες μας σκέψεις ήταν μήπως το ψάρι δεν είχε πιαστεί από το στόμα  και για αυτό τα τόσο βίαια και απότομα τρεχάματα. Μετά από περίπου ένα εικοσάλεπτο, το ψάρι ανέβηκε στην επιφάνεια. «Είναι μεγάλη» μου λέει ο φίλος μου. Βλέποντας το ψάρι στο νερό δεν μπορούσα να αντιληφθώ το πραγματικό της μέγεθος. Όταν, όμως, πήρα τον γάντζο για να ανεβάσω το ψάρι στην βάρκα, τότε ήταν που αντιλήφθηκα τι είχαμε πιάσει. Το ψάρι ήταν τεράστιο. Μία πανέμορφη δεκάκιλη συναγρίδα, με πλούσιες αποχρώσεις βρισκόταν μέσα στην βάρκα. Κρατώντας το ψάρι με τον γάντζο δίπλα μου, εκείνη άρπαξε με τα δόντια της λίγο το σακάκι μου και τρύπησε σαν τσιγαρόχαρτο ένα από τα κουμπιά του. Η χαρά κόπηκε προς στιγμή, μόλις αντιλήφθηκα τι είχε συμβεί. Άφησα το ψάρι κάτω και τώρα από απόσταση ασφαλείας θαύμαζα αυτό το υπέροχο θήραμα. Το σκάφος είχε ξεκινήσει για έξω. «Μας αντάμειψε η θάλασσα» μου λέει ο φίλος από την απελευθέρωση του μινεριού.

Ίσως να είναι αυτό , ίσως να είναι το γεγονός ότι κάποιοι σέβονται την θάλασσα και  δεν είναι αχόρταγοι.  Τι κι αν κρατούσαμε ακόμη ένα μινέρι, σάμπως κι αυτό που είχαμε πιάσει θα το τρώγαμε όλο ή μήπως θα γινόμασταν πιο ψαράδες αν λέγαμε ότι κρατήσαμε τρία ψάρια αντί δύο;  Όταν, μάλιστα, κάποιοι φίλοι είδαν τις φωτογραφίες,  μαγνητίστηκαν από την δεκάρα συναγρίδα. Κανείς δεν έδωσε σημασία στο μινέρι. Αυτή η συναγρίδα μπορώ να πω, ότι άλλαξε το όλο μου σκεπτικό γύρω από το μέγεθος ψαριών, τα οποία πρέπει να κρατάμε . Με τι καρδιά να ξανασκοτώσω μια συναγρίδα 1-2 κιλά, όταν ξέρω ότι αυτά τα ψάρια μπορούν, αν τα αφήσουμε να φτάσουν αυτό το μέγεθος και να μας χαρίσουν τέτοιες απίθανες μάχες.